![]() |
||
![]() 2010-09 Κλιματσάκης: Εισαγωγή στον Γερμανικό Ιδεαλισμό Παύλος Κλιματσάκης: Συστηματική εισαγωγή στον Γερμανικό Ιδεαλισμό. Αθήνα: Ροές 2010, 293 σ., 18 €. Κρίνει ο Σταμάτης Γερογιωργάκης (Πανεπιστήμιο Ερφούρτης)
Το πόνημα του Παύλου Κλιματσάκη υποκινεί ένα πρώτο ερώτημα ήδη στον τίτλο του: Δεδομένου ότι ο Γερμανικός Ιδεαλισμός είναι ένας συμβατικός ιστορικός όρος, μπορεί άραγε κανείς να πραγματευθεί συστηματικά αυτό το ιστορικό κατασκεύασμα; Η καταφατική απάντηση, την οποία προϋποθέτει ο τίτλος του βιβλίου του Π.Κ., είναι τολμηρή. Αυτό που συνέχει τις διδασκαλίες των Καντ, Φίχτε, Σέλλινγκ και Χέγκελ (και ορισμένων ελασσόνων), έτσι μοιάζει να προϋποθέτει ο συγγραφέας, δεν είναι απλώς η ιστορική συγκυρία ότι αυτές οι διδασκαλίες παρήχθησαν στην Πρωσσία (κατά πρώτον λόγο) μεταξύ των ετών 1770 και 1854 υπό την επιρροή του Διαφωτισμού· πέραν των επί μέρους διαφορών τους, οι διδασκαλίες αυτές συγκροτούν ένα φιλοσοφικό σύστημα. Ο συγγραφέας δεν υποστηρίζει, ωστόσο, ανοιχτά αυτή την πολύ γενική θέση. Την σχετικοποιεί, μάλιστα, εφ’ όσον αυτό που εννοεί ως “σύστημα” του Γερμανικού Ιδεαλισμού είναι ορισμένες θεματικές συνάφειες τις οποίες διαπιστώνει και στους τέσσερεις βασικούς εκπροσώπους αυτού του φιλοσοφικού ρεύματος. Θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει αν θεματικές συνάφειες συνιστούν σύστημα. Στη μεν φιλοσοφία η έννοια του συστήματος δεν κατανοείται τόσο στενά όσο (λόγου χάριν) στη λογική, και με αυτή την έννοια ο Π.Κ. μπορεί να χρησιμοποιεί τον όρο “σύστημα” με το νόημα που ο ίδιος του προσδίδει. Πιο δόκιμος θα ήταν ωστόσο, πιστεύω, ο τίτλος «θεματική εισαγωγή στον Γερμανικό Ιδεαλισμό». Αυτό ακριβώς είναι το βιβλίο του Π.Κ.: μία θεματική ιστορία (Themengeschichte ή Motivgeschichte) του Γερμανικού Ιδεαλισμού. Τα φιλοσοφικά μοτίβα που κυρίως ενδιαφέρουν τον Π.Κ. είναι:
Αυτή είναι η γενική θεματική του βιβλίου του Π.Κ. Για να την παρουσιάσει, ο συγγραφέας εκθέτει και τις πιο σημαντικές ιδιαίτερες φιλοσοφικές αντιλήψεις των Γερμανών ιδεαλιστών, όσες δηλαδή δεν ανήκουν στα κοινά μοτίβα. Η παρουσίαση της φιλοσοφίας του Καντ (σ. 35-83), του Φίχτε (σ. 85-117), του Σέλλινγκ (σ. 119-56), του Χέγκελ (σ. 157-208 – εδώ, συγκεκριμένα σ. 160-8, και η πολύ ενδιαφέρουσα περίληψη της διδακτορικής διατριβής του Π.Κ. στο Πανεπιστήμιο της Βόννης με τίτλο Θρησκεία και απόλυτη γνώση, 1997), και του ύστερου Σέλλινγκ καθώς και της κριτικής που άσκησε αυτός στον Χέγκελ (σ. 209-31) είναι αξιόπιστη. Η ερμηνεία του Π.Κ. τείνει να είναι “συν-παθητική”: ο συγγραφέας θεωρεί ότι οι έννοιες που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί ιδεαλιστές για να πραγματευθούν τα ανωτέρω μοτίβα είναι κατά βάση κατανοητές και δεν παρουσιάζουν θεωρητικά προβλήματα. Δύο είναι τα πιο σημαντικά ιστορικοφιλοσοφικά ζητήματα που ανακύπτουν στο βιβλίο του Π.Κ.:
Ως προς το πρώτο, η θέση του Π.Κ. ότι ο Καντ ανήκει στον Γερμανικό Ιδεαλισμό έρχεται σε αντίθεση με την αντίληψη ορισμένων σύγχρονων ιστορικών της φιλοσοφίας (και συμφωνεί με την αντίληψη όλων των παλαιοτέρων). Ο Π.Κ. αφήνει να διαφανεί και μια δική του μερική συμφωνία με τη σύγχρονη αντίληψη (σ. 46), εξακολουθεί, ωστόσο, να θεωρεί τη φιλοσοφία του Καντ μια πρώτη προσπάθεια να θεμελιωθεί η «ενότητα της εμπειρικής με την εννοιολογική συνείδηση» (σ. 234). Θεωρεί δηλαδή το έργο του Καντ μέρος της θεματικής ιστορίας του Γερμανικού Ιδεαλισμού. Αυτό μας φέρνει στο δεύτερο ιστορικοφιλοσοφικό ζήτημα. Ο Π.Κ. τείνει να λαμβάνει θέση υπέρ του ύστερου Γερμανικού Ιδεαλισμού, με την έννοια ότι πιστεύει πως τα ως άνω μοτίβα τα πραγματεύονται πληρέστερα ο Χέγκελ και ο ύστερος Σέλλινγκ απ’ ό,τι ο Καντ και ο Φίχτε. Για να το πω πιο εμφατικά, ο Π.Κ. δείχνει να πιστεύει ότι ο Γερμανικός ιδεαλισμός ήταν ένα σύνολο από μακρότατα επιχειρήματα για μια σειρά φιλοσοφικών μοτίβων που ο Φίχτε υιοθέτησε από τον Καντ, και στα οποία ευτύχησαν να δώσουν τελειωτική, μη επιδεχόμενη αμφισβητήσεις μορφή, ο Χέγκελ και ο ύστερος Σέλλινγκ. Αυτό το τελευταίο είναι, βεβαίως, μια ριψοκίνδυνη, αλλά συνήθης θέση σε εγελιανούς κύκλους. Έχει, ας πούμε, καθιερωθεί στο πλαίσιο μιας εσωτερικής κοινότητας. Είναι αναγκαίο να ασχολείται κανείς μαζί της, αλλά αυτή η συζήτηση δεν μπορεί να γίνει εδώ. Περνώ από τα ιστορικοφιλοσοφικά στα συστηματικά ζητήματα που εγείρει το βιβλίο του Π.Κ. Το σπουδαιότερο κατά τη γνώμη μου αφορά τον ισχυρισμό του συγγραφέα (σ. 234) ότι οι Σέλλινγκ και Χέγκελ, σε αντίθεση με τον Καντ, παράγουν συστηματικά την εννοιολογική και την εμπειρική συνείδηση. Τι σημαίνει όμως «παράγω μια συνείδηση»; Τι σημαίνει «συστηματικά»; Από ποιες προκείμενες και με ποιους κανόνες μπορεί κανείς να «παραγάγει συστηματικά» μια συνείδηση; Θα ήταν λάθος, μεν, να περιμένει κανείς από ένα εισαγωγικό βιβλίο να απαντά σε τέτοια ερωτήματα και να παρουσιάζει διεξοδικά αυτή την παραγωγή (στον βαθμό που στον Καντ, στον Φίχτε, στον Σέλλινγκ ή στον Χέγκελ υπάρχει πράγματι κάτι τέτοιο). Επειδή, ωστόσο, ο Π.Κ. δείχνει να πιστεύει ότι οι Χέγκελ και Σέλλινγκ καταφέρνουν να παραγάγουν τη συνείδηση (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό), θα ήταν ενδεδειγμένο, νομίζω, να αναφέρει ότι πρόκειται για κάτι αμφισβητούμενο – ακόμη κι αν ο ίδιος δεν συμμερίζεται τη γνώμη όσων το αμφισβητούν. Ένα άλλο συστηματικό ζήτημα τίθεται από το σχεδίασμα φιλοσοφίας της θρησκείας (και της συνείδησης!) που ο συγγραφέας (σ. 233-40) αποκομίζει από τον ύστερο Σέλλινγκ. Ο Π.Κ. βρίσκει εύλογη τη θέση του Σέλλινγκ ότι κάθε νοούν υποκείμενο (συμπεριλαμβανομένου και του Θεού) είναι τριαδικό: υπάρχει μία απολύτως προφανής στο υποκείμενο αυτοσυνειδησία του Εγώ (πρόσωπο που αποτελεί το πρώτο μέρος του υποκειμένου), το οποίο αυτοαντιτίθεται στον εαυτό του ως πρόσωπο που αποτελεί το δεύτερο μέρος του υποκειμένου και επιστρέφει σε μία νέα ενότητα (πρόσωπο που αποτελεί το τρίτο μέρος του υποκειμένου). Ο συγγραφέας δεν μας παρουσιάζει όλο το επιχείρημα υπέρ της τριαδικότητας κάθε υποκειμένου, αλλά μόνο σύνοψη του συμπεράσματος. Επί τη βάσει της σύνοψης δεν μπορεί κανείς να γνωρίζει αν το επιχείρημα είναι πειστικό. Υποθέτω, πάντως, ότι πρόκειται για ένα επιχείρημα κατ’ αναλογίαν του χριστιανικού τριαδικού δόγματος με την εγελιανή διαλεκτική. Αλλά ακόμη κι αν υπάρχει πειστικό επιχείρημα, τι νόημα έχει να επιχειρηματολογούμε για το ότι το υποκείμενο, έστω κάθε υποκείμενο, είναι τριαδικό, τετραδικό, πενταδικό, δεκαεπταδικό κ.τ.λ.; Ο συγγραφέας θα όφειλε να πείσει τον αναγνώστη ότι με την τριαδικότητα υποστηρίζει κάτι που ενδιαφέρει για λόγους ανεξάρτητους του αν κάτι τέτοιο επιβεβαιώνει τον Σέλλινγκ ή την πατερική παράδοση. Αλλά αφήνω κατά μέρος τις προσωπικές μου εντυπώσεις για να έλθω στα όσα λέει ο ίδιος ο Π.Κ. για το επιχείρημα υπέρ της τριαδικότητας κάθε υποκειμένου: Ένα μέρος αυτού του επιχειρήματος ηχεί αντιφατικό, χωρίς όμως να είναι (σ. 239). Δεν είμαι σίγουρος αν ο Π.Κ. έχει εδώ πει όλα όσα θα μπορούσε να εκθέσει. Εννοεί ότι το επιχείρημα είναι ελεύθερο από αντιφάσεις; Ή μήπως εννοεί ότι παρουσιάζει ισχυρισμούς, οι οποίοι μπορεί να θεωρηθούν αντιφατικοί αλλά είναι αναπόφευκτοι – φυσικά παράδοξα, σαν να λέμε; Ή μήπως πάλι εννοεί ότι παρουσιάζει αληθείς (!) αντιφατικούς ισχυρισμούς, οι οποίοι αντιστοιχούν σε “αντιφατικές” καταστάσεις πραγμάτων; Από συζητήσεις με ανθρώπους που “κηρύσσουν” τη φιλοσοφία των Φίχτε, Σέλλινγκ και Χέγκελ έχω αποκομίσει την εντύπωση ότι, όταν μιλούν για αντιφάσεις που, από μιαν άλλη σκοπιά, δεν είναι αντιφάσεις, υπονοούν ότι υπάρχουν “αντιφατικές” καταστάσεις πραγμάτων, οι οποίες περιγράφονται με δήθεν αληθείς αντιφατικές προτάσεις (ενώ οι καντιανοί εννοούν συνήθως ότι υπάρχουν φυσικά παράδοξα – ο Π.Κ., σ. 50, συμφωνεί επ’ αυτού). Η στάση του Γερμανικού Ιδεαλισμού απέναντι στην αντίφαση εν γένει δεν είναι ξεκάθαρη. Δεν θα έβλαπτε αν ο Π.Κ. είχε ασχοληθεί συστηματικά με αυτό το ζήτημα. Είναι ένα από τα μοτίβα του Γερμανικού Ιδεαλισμού που δεν τον έχουν απασχολήσει. Έχω την εντύπωση ότι ο Π.Κ. θέλησε με το βιβλίο του να προτείνει τον Γερμανικό Ιδεαλισμό ως φιλοσοφία σε αναγνώστες που δεν έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα με αυτόν, ή ίσως σε αναγνώστες που έχουν μεν ασχοληθεί με αυτόν αρκετά, αλλά τον περιορίζουν σε μία ισοπεδωμένη εκδοχή του εγελιανισμού: οι έννοιες κινούνται στον ρου της ιστορίας και πραγματώνονται σύμφωνα με τη φάση του ιστορικού γίγνεσθαι. Χρησιμοποίησα συνειδητά μια έκφραση που μπορεί να εκληφθεί ως κλασικό μαρξιστικό κλισέ περί του Χέγκελ, γιατί περί αυτού πρόκειται. Είδα με μεγάλη συμπάθεια την προσπάθεια του Π.Κ. να λογοδοτήσει για τη φιλοσοφία του Χέγκελ χωρίς τους γνωστούς εμβληματικούς κοινούς τόπους περί «παγκόσμιας ιστορίας που είναι το παγκόσμιο δικαστήριο», περί «πανουργίας του λόγου» και περί «λογικού που ταυτίζεται με το πραγματικό». Ήδη ως εξ αυτής της στάσης του, ο Π.Κ. δεν εκπροσωπεί το ελληνικό φιλοσοφικό mainstream: δεν ασχολείται με την κοινωνιολογία της γνώσης (ας με διορθώσουν όσοι πιστεύουν ότι αυτό στην Ελλάδα δεν είναι mainstream – προσωπικά βλέπω Έλληνες εκπροσώπους των πιο ετερογενών χώρων: “βιττγκενσταϊνικούς”, φραγκφούρτειους κι επιστημολόγους, να ασχολούνται ακόμη με αυτό που στη δεκαετία του 1980 αποκαλούσαμε “κοινωνικούς όρους παραγωγής γνώσης”). Μόνο και μόνο γι’ αυτό, χάριν αντίστασης στη μονοκαλλιέργεια, αλλά και για την πολύ αξιόπιστη ιστορική έκθεση, αξίζει να δουν το φως της δημοσιότητας και άλλες εκδόσεις του βιβλίου του. Οπωσδήποτε θα το συνιστούσα ως εισαγωγή στις δύο ομάδες δυνητικών αναγνωστών που ανέφερα στην προηγούμενη παράγραφο. Οι υπόλοιποι θα το βρουν επίσης ενδιαφέρον. Γι’ αυτό ας σημειωθούν τα εξής σε ό,τι αφορά την τυπογραφική εμφάνισή του: Ας διορθωθεί το “περίεργο” σημείο στίξης που υπάρχει π.χ. στις σ. 35 (στίχος 6), 50 (στίχοι 3 και 22), 60 (στίχος 10), 101 (στίχος 29), 110 (στίχος 12), 111 (στίχος 6) κ.α. Δεν είναι ούτε άνω τελεία ούτε τελεία. Κατεξοχήν τυπογραφικά παροράματα υπάρχουν στις σ. 25 (στίχος 12), 40 (στίχος 3ος από το τέλος), 41 (στίχος 6ος από το τέλος), 42 (στίχος 2), 79 (στίχος 8), 85 (στίχος 10ος από την αρχή και 11ος από το τέλος), 103 (τελευταίος στίχος), 116 (στίχος 15), 117 (στίχος 2), 121 (στίχος 13), 125 (στίχος 7), 127 (στίχος 18), 161 (στίχος 8ος από το τέλος). Ο τίτλος Anfangsgründe κ.τ.λ. (σ. 81) είναι Metaphysische Anfangsgründe κ.τ.λ. Ανεξαρτήτως αυτού, πιστεύω ότι ο τίτλος κάθε ξενόγλωσσου έργου πρέπει να μεταφράζεται, ακόμη κι αν δεν υπάρχει έκδοσή του στα ελληνικά. Δημοσιεύθηκε: 10.11.2010 Τρόπος παραπομπής στη βιβλιοκρισία: ISSN 1791-776X |