Pdf

2014-06

Τσώλης: Ο στωικός σοφός

Τσώλης, Θεόδωρος: Ο στωικός σοφός. Στωική ηθική και κοινωνική φιλοσοφία. Αθήνα: Μεταίχμιο 2012, 406 σ., 18 €.



Κρίνει η Χριστίνα Κούρφαλη (Δρ Φιλοσοφίας ΑΠΘ)
christikou@gmail.com

 

Μεταξύ των πολλών έργων που εκδίδονται τελευταία στη χώρα μας και διεθνώς σχετικά με τη στωική φιλοσοφία, το βιβλίο του Θεόδωρου Τσώλη, Ο στωικός σοφός, ξεχωρίζει για το εξειδικευμένο θέμα του και την πληρότητα με την οποία το πραγματεύεται. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον έργο, προϊόν επίπονης και μακροχρόνιας, όπως γίνεται αμέσως φανερό, ερευνητικής εργασίας, το οποίο έρχεται να καλύψει ένα κενό στη βιβλιογραφία τη σχετική με την έννοια και τη σημασία του σοφού στη στωική φιλοσοφία [1]. Ο στόχος του συγγραφέα, όπως ο ίδιος τον ορίζει στην Εισαγωγή του βιβλίου, είναι «να επαναπροσδιορισθεί το ιδεώδες του σοφού στη μοναδικότητά του, στη λογική του συνέπεια και στην ουσιαστική του φύση και θέση μέσα σ’ αυτό το τόσο σφιχτοδεμένο και συνεπές σύστημα της φιλοσοφίας των Στωικών». Ο στόχος αυτός πράγματι επιτυγχάνεται από τον συγγραφέα, ο οποίος με το έργο του προσφέρει στην επιστημονική κοινότητα ένα χρήσιμο εργαλείο για την κατανόηση της θέσης και της σημασίας του σοφού στη στωική σκέψη.

Το βιβλίο ελέγχει τη διαπλοκή της έννοιας του σοφού με προβλήματα της στωικής φιλοσοφίας, έτσι ώστε ο αναγνώστης να σχηματίζει μια ευρύτερη εικόνα, κυρίως για την ηθική και λιγότερο για την κοινωνική φιλοσοφία των Στωικών. Για να συγκροτήσει την εικόνα του σοφού, ο συγγραφέας αντλεί στοιχεία από όλες τις περιόδους της Στοάς, με έμφαση βεβαίως στην Αρχαία, η οποία και έθεσε τις θεωρητικές βάσεις της στωικής φιλοσοφίας. Βεβαίως, παρά το γεγονός ότι ο υπότιτλος του βιβλίου («Στωική ηθική και κοινωνική φιλοσοφία») μας προδιαθέτει για μια ισότιμη ανάπτυξη των δύο θεμάτων, ο αναγνώστης διαπιστώνει ότι ο συγγραφέας ασχολείται ελάχιστα με την κοινωνική φιλοσοφία των Στωικών, και μόνον όσον αφορά τις πολιτικές τους αντιλήψεις και τα παιδαγωγικά τους οράματα (βλ. τις ενότητες Β.4 του 2ου κεφαλαίου και Γ.2 του 4ου), ενώ γενικότερα είναι πολύ περιορισμένες οι ιστορικές αναφορές στην κοινωνική και πολιτική δράση των Στωικών.

Ο συγγραφέας αποκαθιστά τη στωική διανόηση στο βάθρο της, ερχόμενος σε ρήξη με παλαιότερες θεωρητικές αναλύσεις που την κατέτασσαν στα χρόνια της παρακμής της φιλοσοφίας κατά την περίοδο μετά τον Αριστοτέλη και της προσέδιδαν δευτερεύοντα ρόλο στην ιστορία της φιλοσοφικής σκέψης. Τονίζει, μάλιστα, τόσο τη συστηματικότητά της όσο και τον ανθρωπιστικό της προσανατολισμό και την πρωτοτυπία της, τεκμηριώνοντας τις απόψεις του με πολλαπλές αναφορές στις πηγές.

Πράγματι, τα τελευταία τριάντα χρόνια, όπως επισημαίνει και ο συγγραφέας, η φιλοσοφική έρευνα φαίνεται να δικαιώνει την αξία της στωικής φιλοσοφίας, η οποία επί πέντε αιώνες πρωτοστάτησε στις επιλογές των ανθρώπων ως σύστημα για τη μόρφωσή τους και για τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους. Οι στωικοί δάσκαλοι, κορυφαία πνεύματα της εποχής τους, αξιοποιώντας την προγενέστερη φιλοσοφική παράδοση, εισηγήθηκαν μια ενδιαφέρουσα, κατά τη γνώμη μας, φιλοσοφική θεωρία, στηριγμένη στα γερά θεμέλια της λογικής –την οποία δεν θεώρησαν απλώς εργαλείο που χρησιμοποιεί ο νους, αλλά την ταύτισαν με τον νου– και πρότειναν στους ανθρώπους να ζήσουν σύμφωνα με αυτήν, προβάλλοντάς τους παράλληλα το δέλεαρ μιας καλύτερης ζωής, ενός ευδαίμονα βίου. Ωστόσο, δεν εισηγήθηκαν μόνο θεωρίες αλλά και τεχνικές, παλαιότερες και νέες, τέτοιες που να προσφέρουν τη δέουσα βοήθεια στον κάθε ενδιαφερόμενο να γίνει στωικός, να κάνει τη θεωρία πράξη, να ζήσει δηλαδή σε αρμονία με τον ίδιο τον λόγο του. Γιατί ο έλλογος βίος για τους Στωικούς είναι σύμφωνος με τις προσταγές της φύσης, και δεν είναι άλλος από τον ευδαίμονα βίο. Ο σοφός μάλιστα θεωρήθηκε ως ο μόνος που έχει το προνόμιο να βιώνει έναν τέτοιο βίο. Και στο σημείο αυτό ας επανέλθουμε στο βιβλίο, το οποίο έχει αυτό ακριβώς το θέμα: τον βίο του σοφού.

Στην Εισαγωγή ο συγγραφέας επιχειρεί εύστοχα μια σύντομη κριτική παρουσίαση της βιβλιογραφίας που αφορά ειδικότερα το θέμα του, προκρίνοντας συγκεκριμένα έργα και οριοθετώντας τη συμβολή του κάθε ερευνητή στο θέμα, έτσι ώστε να φανεί και η αναγκαιότητα της δικής του ερευνητικής προσπάθειας.

Το κυρίως θέμα του βιβλίου αναπτύσσεται σε τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο, με τίτλο «Ο σοφός πριν τους Στωικούς», ο συγγραφέας διεξέρχεται τις αντιλήψεις περί του σοφού κατά την προσωκρατική, την κλασική και την πρώιμη ελληνιστική περίοδο, αντιλήψεις που φαίνεται «να ενοποιούνται ως επιμέρους ιδέες στο ανώτερο και ολοκληρωμένο στωικό πρότυπο του σοφού». Έτσι, ο συγγραφέας μεθοδικά οριοθετεί το θέμα του πριν προχωρήσει στο δεύτερο κεφάλαιο: «Το στωικό ιδεώδες του σοφού». Στο κεφάλαιο αυτό πραγματεύεται πώς προσδιορίστηκε αυτό το ιδεώδες από τον Ζήνωνα και τον Χρύσιππο, τους πρώτους σχολάρχες της Στοάς, και πώς νοηματοδοτήθηκε σε αντιδιαστολή με άλλες έννοιες που χρησιμοποιήθηκαν από τους Στωικούς, όπως αυτές του φαύλου και του προκόπτοντος. Παρουσιάζει επίσης τη θέση του σοφού στην Πολιτεία του Ζήνωνα και στη διδασκαλία της ηθικής στο στωικό σύστημα εκπαίδευσης. Στο τρίτο κεφάλαιο, «Οι ιδιότητες του στωικού σοφού», ο συγγραφέας διερευνά και προσδιορίζει τις ιδιότητες του σοφού αποσαφηνίζοντας τις διαφορές ανάμεσα στις πραγματικές αρετές του και σε αυτές που ο συγγραφέας αποκαλεί «οιονεί αρετές», διακρίνοντάς τες παράλληλα από τα αγαθά και αποκαθιστώντας τον κατάλογο των δευτερογενών αρετών και ιδιοτήτων του. Στο τέλος του κεφαλαίου αυτού ο αναγνώστης μπορεί πλέον να αναγνωρίζει τον στωικό σοφό και να τον διακρίνει από τους σοφούς των άλλων φιλοσοφικών σχολών, καθώς και να κατανοεί σε τι ακριβώς οφείλεται η ευδαιμονία του. Στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο με τον τίτλο «Η στωική περί του βίου θεωρία και πράξη», ο συγγραφέας, έχοντας αποδώσει στον σοφό τα τυπικά χαρακτηριστικά του, τον παρακολουθεί στη ζωή του, στην πράξη, γιατί, όπως υποστηρίζει, οι αρετές είναι τέχνες, οι οποίες τον βοηθούν να ζήσει τη ζωή στην τελειότητά της. Στο κεφάλαιο αυτό ο συγγραφέας προσδιορίζει επιπλέον τη στάση και τη συμπεριφορά του σοφού (καθήκοντα) ως προς τη φιλία και τον έρωτα, την οικογένεια και τους συνανθρώπους, την πατρίδα και τα κοινά κ.τ.λ., ελέγχοντας ταυτόχρονα τον ηθικό χαρακτήρα των πράξεων του σοφού.

Στο Επίμετρο προσφέρονται στον αναγνώστη συνοπτικά τα συμπεράσματα της μελέτης: Το ιδεώδες του σοφού αποτελεί ερμηνευτικό και παιδαγωγικό πρότυπο, εμπεριέχει όλες τις αντιλήψεις περί του σοφού του παρελθόντος και διαθέτει, παρά τον ιδεώδη χαρακτήρα του, ρεαλιστικά χαρακτηριστικά. Τα χαρακτηριστικά αυτά έδιναν τη δυνατότητα στους παλαιότερους οπαδούς της Στοάς να οραματίζονται μια ιδανική πολιτεία που θα συγκροτείται από σοφούς πολίτες και στους νεότερους να πιστεύουν ότι ενταγμένα με κάποιες προσαρμογές σε σύγχρονες παιδαγωγικές, ψυχολογικές και ηθικές θεωρίες μπορούν να δημιουργήσουν μια νέα φιλοσοφία ζωής. Το βιβλίο κλείνει με την παράθεση της πλούσιας βιβλιογραφίας που χρησιμοποιήθηκε για την επιστημονική τεκμηρίωση του έργου και έναν χρήσιμο πίνακα ονομάτων που διευκολύνει τον αναγνώστη να ανατρέχει στο κείμενο.

Διαβάζοντας το βιβλίο του Θ. Τσώλη, διαπιστώνουμε ότι ο συγγραφέας του κατανοεί βαθύτατα το νόημα και τον χαρακτήρα της στωικής φιλοσοφίας. Από το έργο του ξεπροβάλλει ξεκάθαρα η κατευθυντήρια αρχή της στωικής τέχνης του βίου, που δεν είναι άλλη από την ορθή διαχείριση των καταστάσεων, όπως αυτές προκύπτουν κατά περίσταση. Αξίζει να αναφέρουμε δύο φράσεις από το βιβλίο που υποστηρίζουν αυτή την άποψη: «Οι Στωικοί δείχνουν να απογυμνώνουν την πράξη από την οποιαδήποτε ηθική φόρτιση» (σ. 355)· «οι στωικοί διδάσκαλοι γνώριζαν επίσης πολύ καλά ότι κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες και απέναντι στα μεγαλύτερα διλήμματα ο άνθρωπος πρέπει να αναλαμβάνει τις ευθύνες του, και ότι ακόμα και στις πιο ακραίες μορφές ηθικών πράξεων ο δικός του λόγος πρέπει να είναι το μόνο σημείο αναφοράς» (σ. 373).

Ο συγγραφέας πραγματεύεται το θέμα του με μεθοδικότητα. Στις εισαγωγικές παρατηρήσεις των κεφαλαίων προσδιορίζει με σαφήνεια τα επιμέρους θέματα με τα οποία θα ασχοληθεί. Ανάλογη τακτική ακολουθεί πολλές φορές και στις ενότητες: ξεκινά με απαρίθμηση θεμάτων, προχωρά σε διερεύνηση και κλείνει με συμπεράσματα. Επίσης, ελέγχει εξονυχιστικά την αξιοπιστία των πηγών συγκρίνοντάς τες πολλές φορές μεταξύ τους και αξιολογεί την εγκυρότητα των απόψεων σύγχρονων μελετητών επί των θεμάτων που εξετάζει. Η μέθοδός του είναι ξεκάθαρα αποδεικτική: θέτει το πρόβλημα, το διερευνά και καταλήγει σε ασφαλή συμπεράσματα.

Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να κάνουμε στη διαχείριση των πηγών. Ο συγγραφέας δεν τις παραθέτει απλώς, αλλά και τις μεταφράζει προσεκτικά. Πρόκειται για δικές του μεταφράσεις, πρωτότυπες. Είναι μάλιστα τόσα τα παραθέματα που μεταφράζονται –ιδιαίτερα από τον Στοβαίο– που το βιβλίο αποτελεί συγχρόνως και μια πλούσια παρακαταθήκη μεταφρασμένων πηγών για τη μελέτη της στωικής φιλοσοφίας. Σημαντική συνεισφορά, κατά τη γνώμη μας, αποτελεί και η συγκρότηση καταλόγου των αρετών που υποτάσσονται στις τέσσερις κύριες αρετές (φρόνηση, σωφροσύνη, δικαιοσύνη, ανδρεία). Οι υποταγμένες αρετές μπαίνουν στο μικροσκόπιο του συγγραφέα, ο οποίος τις αναζητά στις υπάρχουσες πηγές και δίνει πολύ προσεκτικά τους ορισμούς τους, προσφέροντας ένα σημαντικό εργαλείο σε όποιον ενδιαφέρεται να γνωρίσει το περιεχόμενο αυτών των αρετών – καθώς μια απλή μετάφραση των όρων, σαν αυτήν που βρίσκουμε συνήθως στη βιβλιογραφία, δεν επαρκεί βεβαίως για τη σύλληψη του περιεχομένου τους.

Ο συγγραφέας αποτολμά, επίσης, ενδιαφέρουσες ερμηνείες. Ενδεικτικά αναφέρουμε αυτήν του ορισμού του τέλειου καθήκοντος, το οποίο ορίζεται από τους Στωικούς ως πάντας ἐπέχον ἀριθμούς. «Οι αριθμοί», αποφαίνεται ο συγγραφέας (σ. 329), «πρέπει μάλλον να αναφέρονται στην αξία και στον βαθμό ταύτισης της εκάστοτε πράξης με τον ορθό λόγο». Κάθε πράξη, δηλαδή, βαθμονομείται ανάλογα με τον βαθμό ταύτισής της με τον ορθό λόγο, έτσι ώστε το τέλειο καθήκον να παίρνει όλους τους αριθμούς της κλίμακας στην οποία βαθμονομείται. Με άλλα λόγια, το τέλειο καθήκον παίρνει άριστα.

Θα διαφωνήσουμε με την άποψη του συγγραφέα ότι ο φαύλος αποτελεί για τους Στωικούς μια ιδεατή κατασκευή. Συγκεκριμένα, στη σ. 122 σημειώνει: «Η αλήθεια είναι ότι ο φαύλος δεν υπάρχει για τον Ζήνωνα στην πραγματική ζωή, όπως δεν υπάρχει ο σοφός. Ο ιδρυτής της Στοάς δεν οραματίσθηκε μόνο ένα ιδεώδες αλλά δύο. Ένα της τέλειας αρετής και ευδαιμονίας και ένα της ολοκληρωτικής κακίας και δυστυχίας.» Η δική μας άποψη είναι ότι οι Στωικοί αντιμετώπιζαν όλους τους ανθρώπους ως φαύλους, με την έννοια ότι δεν έχουν εξασφαλίσει σταθερότητα και συνέπεια στην εφαρμογή του λόγου στη ζωή τους. Είναι φαύλοι, επειδή δεν πράττουν πάντοτε και σε κάθε περίσταση σύμφωνα με τη φύση τους, τον πραγματικό εαυτό τους, αλλά παραμένουν προσκολλημένοι σε προκαταλήψεις, σε ανεπεξέργαστες κρίσεις, και γι’ αυτό υποφέρουν από τη φαυλότητά τους. Οι Στωικοί, μετά τον Χρύσιππο, ίσως για να μετριάσουν αυτόν τον “σκληρό”, αλλά κατά την εκτίμησή μας δικαιολογημένο χαρακτηρισμό, ονόμασαν όσους προσπαθούν να ζήσουν έλλογα και κατά φύσιν προκόπτοντες. Προκόπτοντες είναι αυτοί που έχουν τη βούληση να γίνουν σοφοί και καταβάλλουν προσπάθεια γι’ αυτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν παραμένουν φαύλοι. Η άποψη του Θ. Τσώλη για το «ιδεώδες του φαύλου» υπονομεύεται και από τον Σενέκα (De Beneficiis IV, 2.4-2.7), την άποψη του οποίου μνημονεύει και ο ίδιος ο συγγραφέας σε σημείωσή του (σ. 123). Ο Σενέκας επισημαίνει ότι οι Στωικοί ονομάζουν τους ανθρώπους φαύλους, όχι επειδή ο καθένας έχει τα χαρακτηριστικά της φαυλότητας «σε μεγάλο ή αξιοσημείωτο βαθμό, αλλά επειδή είναι ικανός να τα έχει. Και τα έχει ακόμη κι αν δεν είναι εμφανή». Δηλαδή, οι άνθρωποι είναι πάντοτε και σταθερά φαύλοι για τους Στωικούς, και γίνονται προκόπτοντες όσο μειώνουν τις φαυλότητές τους.

Αντιθέτως, ο τύπος του σοφού αποτελεί για τους Στωικούς ιδεώδες, με την έννοια ενός ιδανικού/προτύπου που αποτελεί επιδίωξη για τους φιλοσοφούντες. Πολύ σωστά ο συγγραφέας επισημαίνει ότι «το ιδεώδες του σοφού αποτελεί ένα πείραμα εν διανοία που προβάλλει την ιδεατή μορφή του τέλειου ανθρώπου» (σ. 376). Ωστόσο, θεωρούμε ότι η όλη πραγμάτευση του ιδεώδους αυτού από τον συγγραφέα και η πίστη του στη ρεαλιστικότητά του δημιουργεί πολλές φορές την εντύπωση στον αναγνώστη ότι αυτό το πρότυπο ζωής έλαβε συχνά υπόσταση (βλ. σ. 346). Αντιθέτως, στην αρχαιότητα οι Στωικοί επικρίνονταν για τη σπανιότητα του προτύπου που προέβαλλαν. Μάλιστα, ο Πλούταρχος ειρωνευόταν τον Χρύσιππο γι’ αυτή την άποψή του λέγοντας: «Ούτε τον εαυτό του παρουσιάζει σοφό ο Χρύσιππος ούτε κά­ποιον από τους γνωστούς και τους δασκάλους του» (Πλούταρχος, Περὶ Στωικῶν Ἐναντιωμάτων 1048E). Οι Στωικοί θεωρούσαν τον σοφό σπανιότερο και από το πουλί φοίνικα. Χρησιμοποίησαν το ιδεώδες αυτό περισσότερο για να αποφύγουν την κατάχρηση των ηθικών παραινέσεων και των δεοντολογικών διατυπώσεων παρά πιστεύοντας στη ρεαλιστικότητά του. Το ιδεώδες του σοφού ενσάρκωνε το πρότυπο της έλλογης πράξης και τους απάλλασσε από την ηθικολογία.

Η πεποίθησή τους για τη σπανιότητα του σοφού μπορεί να εξηγηθεί από τη μονιστική αντίληψη που είχαν για την ανθρώπινη ψυχή, καθώς μια ενιαία ψυχή δεν μπορεί να είναι καλή και κακή ταυτόχρονα· ή θα είναι καλή ή θα είναι κακή. Μπορεί βέβαια προς στιγμήν να υπήρξε καλή και μπορεί να ξαναγίνει. Γι’ αυτό και οι Στωικοί υποστήριζαν ότι στην ανθρώπινη ψυχολογία συμβαίνουν διαρκώς μεταπτώσεις/μεταστροφές, μέχρις ότου ο άνθρωπος μεταστραφεί πλήρως και γίνει σοφός. Αν δηλαδή οι μεταστροφές αποκτήσουν σταθερότητα προς την έλλογη συμπεριφορά, τότε ο άνθρωπος εξελίσσεται προς τη σοφία. Ωστόσο, ο Χρύσιππος επισήμαινε ότι ο προκόπτων δεν είναι ακόμη ευδαίμων. Αυτό θα συμβεί, όταν αἱ μέσαι πρᾶξεις του αποκτήσουν τον χαρακτήρα της συνήθειας και σταθεροποιη­θούν. Γι’ αυτό οι Στωικοί υποστήριζαν και την ανάγκη της άσκησης. Μάλιστα, ακόμη και για τον σοφό διέβλεπαν την πιθανότητα να χάσει την επαγρύπνησή του προς στιγμήν και να συμπεριφερθεί με άλογο τρόπο. Διαφωνούσαν στο σημείο αυτό με τους Επικούρειους, οι οποίοι μιλούσαν για αταραξία και απέδιδαν στον σοφό το χαρακτηριστικό της α-πάθειας. Θεωρούσαν, δηλαδή, ότι ο σοφός ενδέχεται για μια στιγμή να βιώσει την ταραχή, αλλά πολύ σύντομα με τη βοήθεια του λόγου μπορεί να επανακτήσει τη γαλήνη και να μην υποφέρει.

Θα θέλαμε να επισημάνουμε, τέλος, ότι Ο στωικός σοφός είναι ένα βιβλίο που απευθύνεται σε ειδικούς, σε όσους επιθυμούν να εμβαθύνουν στις στωικές έννοιες, καθώς προϋποθέτει βασικές γνώσεις της στωικής ορολογίας και φιλοσοφίας· αν δεν τις κατέχει ο αναγνώστης, δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τη σκέψη του συγγραφέα. Με μια άλλη ίσως οργάνωση του βιβλίου, με εισαγωγικές αναφορές στη στωική φιλοσοφία, με χρήση εποπτικών πινάκων, με απλούστερη διατύπωση σε κάποια σημεία (μερικές φορές το κείμενο γίνεται δυσνόητο, όπως στις σ. 167-182), ίσως να διευκολυνόταν ο μέσος, αλλά ωστόσο υποψιασμένος, αναγνώστης στην ανάγνωση του βιβλίου. Όλα αυτά, βέβαια, δεν αναιρούν το γεγονός ότι έχουμε μπροστά μας ένα αξιόλογο βιβλίο, το οποίο εμπλουτίζει τη βιβλιογραφία για τη στωική φιλοσοφία [2].


Σημειώσεις:
[1] Η έννοια του σοφού συναντάται συχνά στη στωική βιβλιογραφία ως παράπλευρο και όχι ως κύριο θέμα. Βρίσκει κανείς επιμέρους εργασίες σε συλλογικά έργα (όπως D. Obbink, «The Stoic Sage in the Cosmic City», στο K. Ierodiakonou (επιμ.), Topics in stoic philosophy· Oxford: Clarendon Press 1999, σ. 178-95) ή άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά (όπως S.R.L. Clark, «The city of the wise», Apeiron 20, 1987, σ. 63-80), αλλά όχι μονογραφίες. Η εργασία του L. Edelstein Ο στωικός σοφός ή το νόημα του Στωικισμού (μτφρ. Ρ. Μπέκνερ· Θεσσαλονίκη: Θύραθεν 2002) αποτελεί μια εξαίρεση, αλλά δεν εξετάζει το θέμα ολόπλευρα και τεκμηριωμένα.
[2] Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους ανώνυμους κριτές των Κριτικών που με τόση προσοχή μελέτησαν το κείμενο αυτό και προέβησαν σε καίριες παρατηρήσεις συμβάλλοντας στη βελτίωσή του.



Δημοσιεύθηκε: 28.10.2014

Τρόπος παραπομπής στη βιβλιοκρισία:
Κούρφαλη, Χριστίνα: (Βιβλιοκρισία του:) Τσώλης, Θεόδωρος: Ο στωικός σοφός. Στωική ηθική και κοινωνική φιλοσοφία (Αθήνα: Μεταίχμιο 2012). Κριτικά 2014-06, <http://www.philosophica.gr/critica/2014-06.html>.



ISSN 1791-776X