Pdf

2016-07

Κέννυ: Ακινάτης

Antony Kenny: Θωμάς Ακυινάτης. Μετάφραση Γ. Α. Δημητρακόπουλος. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2015, 157 σ., 16 €.



Κρίνει ο Γιώργος Ζωγραφίδης (ΑΠΘ)
zograf@edlit.auth.gr


Λίγα, και ακόμη λιγότερα καλά, εφόδια έχει το ελληνόγλωσσο κοινό για να γνωρίσει –κάποια στιγμή (!)– τη δυτική μεσαιωνική φιλοσοφία και σκέψη. Έτσι δεν μπορεί παρά να είναι κατ’ αρχήν ευπρόσδεκτη κάθε σχετική προσφορά, πολύ περισσότερο όταν προέρχεται από τις ΠΕΚ, που μετά από τόσα χρόνια παραγωγικής παρουσίας άρχισαν να δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον στις φιλοσοφικές τους εκδόσεις. Εφόσον η στόχευση των ΠΕΚ είναι να προσφέρει μεταφρασμένες μελέτες υποδομής, μετρά ιδιαίτερα η επιλογή του συγκεκριμένου τίτλου, η καταλληλότητά του για μια πρώτη επαφή του κοινού με έναν από τους σημαντικότερους στοχαστές του Μεσαίωνα.

Κάθε απόπειρα για ευσύνοπτη και τυπική εισαγωγή στον Θωμά Ακινάτη μοιάζει να είναι εξ αρχής υπονομευμένη: αφενός λόγω του τεράστιου όγκου, της πολυτυπίας, της πολυθεματικότητας και των ειδικών γλωσσικών και εννοιολογικών δυσκολιών του έργου· αφετέρου λόγω της συγκεκριμένης οπτικής που υιοθετεί ο κάθε ερμηνευτής, φωτίζοντας κατ’ ανάγκη ένα ή λίγα από τα στοιχεία που απαρτίζουν μια τέτοια σύνθετη σκέψη.

Ο συγγραφέας του βιβλίου Άντονυ Κέννυ (Sir Anthony John Patrick Kenny, 1931–) αποτελεί εγγύηση, καθώς μπορεί να θεωρηθεί ένας από τους καλύτερους φιλοσοφικά μελετητές του Ακινάτη· και του χρωστάμε, ανάμεσα σε μερικούς άλλους, τη στροφή σύγχρονων αναλυτικών στη μεσαιωνική φιλοσοφία και ειδικά στον Ακινάτη. Το συγκεκριμένο βιβλίο του αποτελεί καρπό μακρόχρονης έως τότε (1980) έρευνάς του [1] και συνέβαλε στην αναζωπύρωση της συζήτησης για τη σκέψη του Ακινάτη στον αγγλοσαξωνικό (φιλοσοφικό) κόσμο. Ο Κέννυ σε ένα τέτοιο βιβλίο, που θα αναμέναμε να ήταν εισαγωγικό στη σκέψη του Ακινάτη και περισσότερο πληροφοριακό, χωρίς (έντονη τουλάχιστον) προσωπική ερμηνευτική θέση, βρήκε την ευκαιρία να μεταφέρει τη συζήτηση σε αυτό που φαινόταν τότε άξιο έρευνας και κυρίως φιλοσοφικής αναζήτησης –τη φιλοσοφία του νου· ενώ παράλληλα θέλησε να υπονομεύσει ό,τι φαινόταν παραδοσιακά η θεμελιώδης συμβολή του Ακινάτη, δηλαδή την οντολογία του. Με τον τρόπο αυτό έθεσε ένα από τα αυθεντικά, αλλά και επείγοντα, ερωτήματα του φιλόσοφου –και ως ιστορικού της φιλοσοφίας: τι είναι νεκρό και τι ζωντανό στη σκέψη του Θωμά; Η απάντησή του είναι σαφής, χωρίς αυτό να συνεπάγεται και την "αλήθεια" της: οι βασικές θέσεις περί ουσίας, ύπαρξης και Θεού είναι παραπλανητικές στην ανάπτυξή τους (σ. 69, 115), αντίθετα τα σχετικά με τη σημερινή φιλοσοφία του νου διατηρούν την αξία τους (σ. 70, 118). Έχοντας υπόψη αυτήν την (πολεμική κατά βάθος) απόβλεψη του Κέννυ καταλαβαίνουμε τη δομή και το περιεχόμενο του βιβλίου: εκτός από την εισαγωγική παρουσίαση του Ακινάτη, νοιάζεται να κερδίσει από τον μεσαιωνικό στοχαστή κάτι επίκαιρο για τα φιλοσοφικά προβλήματα που ενδιαφέρουν έντονα τη δική του φιλοσοφική παράδοση.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η επιλογή προς μετάφραση του συγκεκριμένου βιβλίου μοιάζει αυτονόητη, μια και –εκτός από τα εχέγγυα του συγγραφέα του– πρόκειται για βιβλίο που είχε περιληφθεί στη γνωστή παλιά σειρά “Past Masters” του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, η οποία απευθυνόταν στο ευρύτερο κοινό –αν και δεν είναι εύκολα προσιτό χωρίς στοιχειώδη φιλοσοφική προπαιδεία [2]. Όμως το ελληνικό κοινό δεν έχει στη διάθεσή του άλλον Ακινάτη, καθώς –όπως ορθά παρατηρεί ο μεταφραστής του βιβλίου– πρόκειται για «το πρώτο έργο εισαγωγικού χαρακτήρα για τον Ακυινάτη που κυκλοφορεί στα ελληνικά» (σ. 12). Επομένως, έχει σημασία να δούμε κατά πόσο ο Ακυινάτης του Κέννυ αποτελεί την καλύτερη εισαγωγή για τη γνωριμία με τον μεσαιωνικό φιλόσοφο.

Στον ενημερωτικό πρόλογό του (σ. 9-16) [3] ο Γιάννης Δημητρακόπουλος σημειώνει τη σημασία του μεσαιωνικού στοχασμού, παρουσιάζει συνοπτικά το βιβλίο και κυρίως τονίζει τη γνώση και την επίδραση του Ακινάτη σε παλαιότερες εποχές του ελληνικού στοχασμού· ασύγκριτα μεγαλύτερες από σήμερα.

Το πρώτο κεφάλαιο, παρά τον εν μέρει παραπλανητικό τίτλο του («Βίος», σ. 17-70), είναι ουσιαστικά μία σκιαγράφηση του διανοητικού πλαισίου και των κύριων στιγμών της ζωής του Ακινάτη, όπως αυτά συμπλέκονται με την πληθωρική –σχεδόν πάνω από τα ανθρώπινα όρια– συγγραφική παραγωγή του. Ο Κέννυ κατορθώνει να παρουσιάσει περιεκτικά και εύληπτα τις βασικές θεματικές από τις δύο μεγάλες Σούμες του Ακινάτη, την Contra Gentiles και τη Summa theologiae, αναφερόμενος επί τροχάδην σε άλλα έργα του. Επιλέγει και αφιερώνει ελάχιστα στη θεολογική πλευρά της σκέψης του, στα αριστοτελικά του υπομνήματα, καθώς και στην επίδρασή του, που δεν είναι διόλου αμελητέα –τόσο για την κατανόηση της σκέψης του όσο και για την ιστορία της φιλοσοφίας. Σοβαρή ίσως έλλειψη, που οδηγεί σε όχι ισόρροπη ανάπτυξη της όλης έκθεσης, μπορεί να θεωρηθούν οι σχετικά λίγες σελίδες που αφιερώνει στην ηθική του Ακινάτη, στο πλαίσιο της παρουσίασης (σ. 51-9) του δεύτερου μέρους της Summa theologiae, που εύστοχα αντιμετωπίζει σαν τα χριστιανικά Ηθικά Νικομάχεια. Ενώ ο Κέννυ αναγνωρίζει (σ. 68) πως η ηθική, η μεταφυσική και η φιλοσοφία του νου είναι οι πιο ενδιαφέροντες τομείς της σκέψης του Θωμά, δεν αναδεικνύει τη σημερινή σημασία της πρώτης, ως προς την αρετολογική ηθική και εν γένει τον χαρακτήρα της ηθικής φιλοσοφίας.

Το δεύτερο κεφάλαιο («Το είναι», σ. 71-116), ενώ δεν προχωρεί σε ρητό διάλογο με άλλες ερμηνείες (απουσιάζουν ουσιαστικά οι αναφορές σε άλλους μελετητές), έρχεται σε αντίθεση με την αξίωση (καθολικών κυρίως) φιλοσόφων και μελετητών να συνεχίσουμε να στηριζόμαστε στην οντολογία του Ακινάτη ακόμη και μετά τον Φρέγκε. Με επίγνωση των δυσκολιών του ερανισμού χωρίων από ένα τεράστιο έργο, ο Κέννυ αναλύει συνεκτικά και με κατάλληλα παραδείγματα τρία εννοιολογικά ζεύγη (ύλη-μορφή, ουσία-συμβεβηκός, ουσία-ύπαρξη) που διατρέχουν την ακινάτεια μεταφυσική και προέρχονται από τον Αριστοτέλη. Επισημαίνει τη σύγχυση που κατ’ αυτόν δημιουργεί η χρήση των όρων στην κατανόηση της ψυχής και του Θεού. Λ.χ. αν η (ανθρώπινη) ψυχή ταυτιστεί με τη μορφή, τότε το (ανθρώπινο) σώμα ταυτίζεται με την ύλη· αν η ψυχή ταυτιστεί με την ανθρώπινη ουσιώδη μορφή, τότε η μορφή ενός υλικού αντικειμένου (του σώματος π.χ.) μπορεί να υπάρχει και μετά την έκλειψή του –όμως πώς μια ψυχή χωρίς σώμα συνεχίζει να είναι άτομο με ταυτότητα; Ανάλογα προβλήματα δημιουργούν οι σημασίες του είναι, δεδομένης της θέσης του Ακινάτη πως, αντίθετα από ό,τι συμβαίνει στα κτιστά όντα, στον Θεό ύπαρξη και ουσία συμπίπτουν· αν ο Θεός είναι καθαρό είναι (αυτό που είναι συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι είναι), τότε το μόνο που μπορούμε να πούμε για την ουσία του είναι ότι είναι, άρα το είναι του δεν είναι κάτι εξατομικευμένο. Έχει ενδιαφέρον ότι η κριτική του Κέννυ, που είναι περίτεχνη για να παρουσιαστεί εδώ, [4] στέκεται προδρομικά στον αντίποδα της παπικής εγκυκλίου Fides et Ratio (1998), που επανέφερε στο κέντρο της καθολικής σκέψης τη φιλοσοφία του Ακινάτη ως μια φιλοσοφία του Είναι και την συνέδεσε με τη χριστιανική “πλατωνική” παράδοση.

Το τρίτο και μικρότερο κεφάλαιο για τη θωμική θεωρία της γνώσης («Νόηση», σ. 117-152) είναι ίσως το πιο δημιουργικό του βιβλίου. Παρότι ο Κέννυ δέχεται ότι ο Ακινάτης έδειξε μικρό ενδιαφέρον για τη γνωσιολογία (σ. 66), εκτιμά ότι η φιλοσοφική του ψυχολογία, που υποστηρίζει την αμοιβαία επίδραση της αίσθησης, της φαντασίας και της νόησης στη γνωστική διαδικασία, και παρά τα κενά της, είναι ανώτερη από τη βρετανική εμπειρική παράδοση και μπορεί να αποτελέσει βάση για την οικοδόμηση μιας ικανοποιητικής φιλοσοφικής θεωρίας. Αξιοποιώντας πολλά και διάσπαρτα χωρία του Ακινάτη, αναλύει με ακρίβεια την έννοια του σκέφτομαι (κάτι), τους τύπους της νοητικής ενέργειας (ανάλυση και σύνθεση), τη γνώση της σημασίας μιας λέξης και της ουσίας αυτού που ονομάζει η λέξη, τη γνωστική διαδικασία που έχει γλωσσική βάση και –παρά την εξάρτησή της από την εμπειρία– περιλαμβάνει τον ενεργό ρόλο της νόησης, τη σχέση της ιδέας με το αντικείμενό της. Απορρίπτοντας τις θέσεις ότι ο νους γνωρίζει μόνο τις ίδιες του τις ιδέες και ότι γνωρίζει τα υλικά αντικείμενα μέσω μιας καθαρά νοητικής διαδικασίας, ο Ακινάτης θεωρεί ότι το πραγματικό αντικείμενο της γνώσης είναι η μορφή, που υπάρχει ἐπινοίᾳ (αυτό δεν σημαίνει ότι είναι καθ’ εαυτήν άυλη ύπαρξη). Στην ερμηνεία του Κέννυ ο Ακινάτης βρίσκεται ανάμεσα στους εμπειριστές και τους νοησιαρχικούς φιλοσόφους, αναβαθμίζοντας την αφαιρετική δύναμη ως ίδιον του ανθρώπου και αποδίδοντας στον ενεργητικό νου ιδιαίτερο ρόλο· ως προς το τελευταίο συσχετίζεται με τη γλωσσολογική θεωρία του Τσόμσκυ, που αναζητά κι αυτή μια γενική ανθρώπινη ικανότητα πρόσκτησης εννοιών [5].

Η ελληνική έκδοση είναι φροντισμένη. H μετάφραση του Γ. Δημητρακόπουλου είναι πολύ καλή και εμπλουτισμένη με δεκάδες υποσημειώσεις, πολλές από τις οποίες δεν είναι μόνο πληροφοριακές αλλά προχωρούν σε διαφωτιστικές επεξηγήσεις. Οι ενενήντα σελίδες της μικρής πρόχειρης αγγλικής έκδοσης, με αρχικό εξώφυλλο την εικόνα του Ακινάτη πιξελαρισμένη κατά την αισθητική των eighties (σήμα κατατεθέν της σειράς “Past Masters”) ξεδιπλώθηκαν άνετα στο ανά χείρας καλαίσθητο βιβλίο των Π.Ε.Κ. Ο σύντομος πρόλογος του συγγραφέα αφαιρέθηκε από την οικεία θέση του και το μεγαλύτερο μέρος του τυπώθηκε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου –χωρίς σχετική ένδειξη [6]. Επίσης, στο τέλος του βιβλίου, πριν από τα βοηθητικά ευρετήρια προσώπων και εννοιών/πραγμάτων, δεν υπάρχουν (όπως υπάρχουν σε άλλες μεταφράσεις του βιβλίου του Κέννυ) βιβλιογραφικές υποδείξεις για περαιτέρω ανάγνωση, απαραίτητες όμως για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό.

Το βιβλίο δεν έχει το εύρος άλλων εισαγωγικών ή γενικών βιβλίων για τον Ακινάτη, όπως των κλασικών του Κόπλεστον ή του Ζιλσόν, νεότερων όπως του Τορέλ ή του Ντέιβις [7], ακόμη και σύντομων ή περισσότερο εκλαϊκευτικών [8] – που όλα τους είναι ιδιαίτερα θετικά διακείμενα προς τον Ακινάτη και δεν επιλέχθηκαν για την πρώτη γνωριμία του ελληνόγλωσσου κοινού. Επομένως δεν πρέπει να περιμένουμε την παρουσίαση πολλών, πόσο μάλλον όλων των πτυχών της σκέψης του Ακινάτη. Ήδη αναφέρθηκε η ισχνή παρουσία της ηθικής, και θα μπορούσε να προστεθούν ενδεικτικά το δίκαιο και η πολιτική. Επίσης, από ένα βιβλίο για τον Θωμά είναι αναπάντεχο να λείπει η έκθεση των πέντε αποδείξεων της ύπαρξης του θεού [9].

Ο Ακινάτης, μαζί με τον Αριστοτέλη και τον Βίττγκενσταϊν, δεν αποτελούν μόνο αντικείμενο ιστορικο-φιλοσοφικής ανάλυσης αλλά είναι δημιουργικά παρόντες στη σκέψη του Κέννυ, σε βαθμό που κάποτε εντάσσεται στον σύγχρονο αναλυτικό θωμισμό –ο ίδιος μάλλον θα προτιμούσε να τον λογαριάζουμε ως «κριτικό θωμιστή» σαν τον Κρέτσμαν (Norman Kreztmann), που συνδιαλέγεται σεβαστικά με τον κορυφαίο μεσαιωνικό στοχαστή χωρίς θρησκευτική δέσμευση. Είναι σαν ο Κέννυ να θέλει να αποσπάσει τον Ακινάτη από τη ρωμαιοκαθολική παράδοση (έναν εναγκαλισμό που θεωρεί ότι μόνο κακό έκανε στη φιλοσοφική υπόληψη του αγγελικού διδασκάλου, και μάλλον είχε δίκαιο για τότε) και να τον αποδώσει ως φιλόσοφο. Στη δεκαετία του ’70 είχε σημασία, ειδικά εντός της αρνητικής ακαδημαϊκής ατμόσφαιρας, η προσπάθεια επαναφοράς του Ακινάτη στο επίκεντρο της φιλοσοφικής συζήτησης. Έτσι ο Κέννυ επιχείρησε προγραμματικά να κατανοήσει τον Ακινάτη με κριτήριο μια συγκεκριμένη τάση της σύγχρονης φιλοσοφίας και με υπόρρητη την κλασική εκτίμηση ότι η κύρια συμβολή του Ακινάτη είναι η συμφιλίωση της αριστοτελικής φιλοσοφίας με τη χριστιανική θεολογία. Με πολύ καλή γνώση των πηγών, μεταγράφει τον Ακινάτη στη σύγχρονη αγγλο-αμερικανική φιλοσοφική διάλεκτο κι αυτό τον κάνει κατανοητό· όπου όμως η μεταγραφή δεν πετυχαίνει, του καταλογίζει σύγχυση. Αν και πάντοτε ελλοχεύει ο κίνδυνος κάνοντάς τον ‘επίκαιρο’, να τον κρίνουμε με αλλότρια κριτήρια, το βιβλίο δείχνει ότι αξίζει να δοκιμάσουμε να παρουσιάσουμε τον Ακινάτη και ως φιλόσοφο του 20ου αιώνα, έχοντας όμως στον νου ότι δεν είναι ο μόνος (και ίσως δεν είναι κατ’ ανάγκην ο καλύτερος) τρόπος για να τον γνωρίσουμε στο σημερινό κοινό.

Το βιβλίο, που ίσως κάποια σημεία του δεν είναι εύκολα προσιτά στο γενικό κοινό, διαβάζεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον από όποιον έχει γνώσεις φιλοσοφίας και δεν θέλει γενικές επισκοπήσεις, διότι προχωρεί σε βάθος και με σαφήνεια ξεκαθαρίζει (με αναφορές και αναλύσεις που αφορούν διάφορα έργα του και με τη χρήση παραδειγμάτων) τη σημασία κεντρικών εννοιών της οντολογίας και της γνωσιολογίας του Ακινάτη. Υπό μιαν έννοια είναι ένα ισοζυγιασμένο βιβλίο στα τρία του κεφάλαια: ένα περιγραφικό, ένα θετικό κι ένα αρνητικό.

Αν το βιβλίο θεωρηθεί ή προταθεί ως εισαγωγικό «για τον Ακινάτη», υπάρχει πιθανότητα να δημιουργηθεί ελαφρώς παραπλανητική εικόνα για τη σκέψη του Ακινάτη, ακόμη και για τη φιλοσοφική πλευρά της. Μου φαίνεται δύσκολο να δεχθούμε σήμερα ότι οι δύο περισσότερο σημαντικές φιλοσοφικά πτυχές της σκέψης του είναι μία αποτυχημένη θεωρία περί του είναι και μία υποσχόμενη περί του νου. Ωστόσο, παρά τα χρόνια του και τη σκόπευσή του, για το ελληνικό κοινό που μοιάζει αρνητικό προς τον Ακινάτη (είτε από θεολογική είτε από φιλοσοφική σκοπιά, και ασφαλώς από άγνοια) πρόκειται για βιβλίο που θα ικανοποιήσει με τον κρυστάλλινο λόγο και τη ζωντανή συζήτηση των δύο παραπάνω βασικών θεματικών της σκέψης του Ακινάτη. Για να χρησιμοποιήσω (με παρενθετικές προσθήκες) τα λόγια του ίδιου του Κέννυ από πρόλογό του σε βιβλίο άλλου [10], «το βιβλίο δεν είναι μια (εισαγωγική) πραγματεία περί του Ακινάτη, αλλά μια φιλοσοφική άσκηση με (ή/και κόντρα σ)τον Ακινάτη».


Σημειώσεις:
[1] Σχολιασμένη μετάφραση της Summa theologiae 1a2ae 49-54 (London: Blackfriars 1964· ανατύπωση 2006)· The Five Ways: Saint Thomas Aquinas' Proofs of God's Existence (London: Routledge & K. Paul 1969) και η περιεκτική συλλογή Aquinas: A Collection of Critical Essays (στη σειρά "Modern Studies in Philosophy”· Garden City, N.Y.: Anchor Books 1969). Η ενασχόληση του Κέννυ με τον Ακινάτη συνεχίστηκε σε σκόρπια κεφάλαια και άρθρα και σε δύο μονογραφίες (βλ. σημ. 4 και 5).
[2] Ίσως είναι τυχαίο, πάντως στη σειρά “A Very Short Introduction”, που αντικατέστησε (και διεύρυνε) τη σειρά “Past Masters”, όλοι οι φιλοσοφικοί τίτλοι της παλιάς σειράς επανεκδόθηκαν στη νεότερη, εκτός από δύο –ο ένας είναι ο ανά χείρας τόμος (ο άλλος είναι ο τίτλος για τον Πλάτωνα, που υπογράφει πλέον η J. Annas αντί του R. M. Hare). Τούτο δεν σημαίνει ότι το βιβλίο στην καινούργια σειρά, το Thomas Aquinas του Fergus Kerr (Oxford: Oxford University Press 2009) πετυχαίνει ό,τι δεν καταφέρνει ο Κέννυ· κι εκείνο δεν αποτελεί εισαγωγή στον Ακινάτη, αλλά περιδιάβαση της Summae theologiae. Eίναι χαρακτηριστικό για τα νεοελληνικά φιλοσοφικά πράγματα πως όταν μεταφράστηκαν στα ελληνικά (για την εφημερίδα Το Βήμα της Κυριακής) αρκετοί φιλοσοφικοί τίτλοι της σειράς, ο Ακινάτης δεν ήταν ανάμεσά τους.
[3] Στα περιεχόμενα ο πρόλογος έπρεπε να σημειωθεί ως πρόλογος «του μεταφραστή», διότι αλλιώς (παρά τον πλαγιασμό του τίτλου) μοιάζει μέρος του μεταφραζόμενου βιβλίου.
[4] Στη μονογραφία του Aquinas on Being (Oxford: Clarendon 2002) αναπτύσσει τις ιδέες αυτού του κεφαλαίου, χωρίς να αλλάξει την αρνητική αξιολόγησή του.
[5] Σαν συνέχεια του τρίτου κεφαλαίου θα έρθει το Aquinas on Mind (London: Routledge 1993), ενώ ήδη στο The Metaphysics of Mind (Oxford: Oxford University Press 1989) ο Κέννυ είχε αξιοποιήσει στη σύγχρονη συζήτηση την αντίληψη του Ακινάτη για τη σχέση του νου και της βούλησης, του σώματος και της ψυχής.
[6] Επειδή μάλιστα η τελευταία παράγραφος στο οπισθόφυλλο απευθύνεται ειδικά στο ελληνικό κοινό, καλό θα ήταν να διακρινόταν ποιος είναι ο πρόλογος του Κέννυ.
[7] F. C. Copleston, Aquinas (Harmondsworth: Penguin 1955)· E. Gilson, Le thomisme: introduction à la philosophie de saint Thomas d'Aquin (6η έκδ.· Paris: Vrin 1965)· J.-P. Torrell, Initiation à Saint Thomas d'Aquin (Paris: Cerf 2015)· B. Davies, The Thought of Thomas Aquinas (Oxford: Clarendon Press 1992).
[8] R. McInerny, Aquinas (Cambridge: Polity Press 2004)· P. S. Eardley & C N. Still, Aquinas: A Guide for the Perplexed (London: Continuum 2010)· E. Feser, Aquinas: A Beginner’s Guide (Oxford: Oneworld Publications 2009).
[9] Όπως κρίνει και ο ίδιος ο Κέννυ όταν ασκεί κριτική στην (ογκώδη ωστόσο) μονογραφία της E. Stump Aquinas (2003)· βλ. From Empedocles to Wittgenstein (Oxford: Clarendon Press 2008), σ. 131-2.
[10] Στον πρόλογό του στο βιβλίο του H. McCabe, On Aquinas (London: Continuum 2008), σ. ix.



Δημοσιεύθηκε: 7.1.2017

Τρόπος παραπομπής στη βιβλιοκρισία:
Ζωγραφίδης, Γιώργος: (Βιβλιοκρισία του:) Antony Kenny: Θωμάς Ακυινάτης (μτφρ. Γ. Α. Δημητρακόπουλος· Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2015). Κριτικά 2016-07, <http://www.philosophica.gr/critica/2016-07.html>.



ISSN 1791-776X